Στον «Αγιάννη» Κυνουρίας!
Δυόμισι ώρες απ’ την Αθήνα και 20 λεπτά απ’ το ξακουστό Παράλιο Άστρος, ένας μικρός «πέτρινος» παράδεισος, μες τα βουνά του Πάρνωνα.
Πνιγμένος στο πράσινο, πλημμυρισμένος από αμέτρητες κελαριστές πηγές, «απλωμένος» σε μια πλαγιά στα 700 περίπου μέτρα, που του εξασφαλίζουν ένα ιδανικό κλίμα.
Αυτός είναι μέσα σε λίγες γραμμές ο Άγιος Ιωάννης ή το «μικρό Παρίσι» όπως το αποκαλούν σήμερα αρκετοί από τους κατοίκους και επισκέπτες της ευρύτερης ζώνης, λόγω της μοναδικής ομορφιάς του αλλά και της «κοσμοπολίτικης» αύρας του.
Δεν είναι τυχαίο ότι είναι το μόνο χωριό της περιοχής που διαθέτει πολλαπλές πλατείες (πλατώματα) με αντίστοιχες εκκλησίες, καφενεία, τυροκομείο, ξενώνες, ταβέρνες και μπαράκια που ειδικά τώρα το καλοκαίρι σφύζουν από ζωή.
Το 19ο αιώνα ο Αγιάννης είναι το κεφαλοχώρι της περιφέρειας. Οι κάτοικοι κατέβαιναν στα χειμαδιά, στον κάμπο της Θυρέας, μόνο για το μάζεμα της ελιάς και την παραγωγή του λαδιού. Παραχείμαζαν, λοιπόν, στα αγροτικά πρόχειρα καλύβια τους στη θέση του σημερινού Άστρους, γνωστού και γι’ αυτό το λόγο ως Αγιαννίτικα Καλύβια. Σταδιακά μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους η χειμερινή παραμονή στα καλύβια αρχίζει να κερδίζει έδαφος, και το Άστρος «γεννιέται» στη θέση τους με αποτέλεσμα ο Άγιος Ιωάννης να μετονομάζεται και σε «Απάνω Άστρος» ή «Ορεινό Άστρος». Νωρίτερα από τις 22 Αυγούστου έως και την 1η Οκτωβρίου του 1822 στον Αγιάννη στεγάστηκε το Κυβερνείο της Επαναστατικής Κυβέρνησης.
Παίρνοντας λοιπόν από το Άστρος και τις μεγάλες και μαγευτικές παραλίες του, τον ανηφορικό και φιδωτό δρόμο που σκαρφαλώνει στους πρόποδες του Μαλεβού (Πάρνωνα) αντικρίζεις μια εκπληκτική θέα όπου τα βουνά κι ο κάμπος σμίγουν με τη θάλασσα. Περνώντας τη Μονή της Παλιοπαναγιάς που χτίστηκε το 13ο αι., με χορηγία του Αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά και στη συνέχεια την ορεινή Μελιγού (όμορφο χωριουδάκι αλλά με λίγη κίνηση) φτάνεις στον Αγιάννη.
Στην είσοδο του χωριού συναντάς την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και προσπερνώντας το σύγχρονο και ονομαστό τυροκομείο του «Φούντα» πέφτεις πάνω στο «Κουτρί», ένα αλσύλλιο μοναδικής ομορφιάς, με σπάνια μαύρα πεύκα και παιδική χαρά.
Διακρίνεται η εντοιχισμένη μαρμάρινη επιγραφή της περίφημης Σχολής Καρυτσιώτη που μόνη αυτή σώθηκε μετά την πυρπόληση του Ιμπραήμ στις 30 Ιουλίου του 1826. Η Σχολή είχε ιδρυθεί από το Δημήτριο Καρυτσιώτη, ευεργέτη της περιοχής, ξενιτεμένο στην Τεργέστη, που διέπρεψε στο εμπόριο. Λειτουργούσε ως διδακτήριο – οικοτροφείο και από το 1798 με μαθητές από ολόκληρη την Πελοπόννησο. Ως παράρτημα της Σχολής του Αγιάννη το 1805 ιδρύθηκε δεύτερη Σχολή στα Αγιαννίτικα Καλύβια (Άστρος) όπου σήμερα στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο Άστρους.
Στο «Κουτρί» λειτουργεί ανανεωμένη καφετέρια – μεζεδοπωλείο (του Νίκου Διαμαντόπουλου ο οποίος είναι και τραγουδοποιός αλλά και ιδιοκτήτης του Καφέ Καταφύγιο στο Άστρος που κατά στιγμές λειτουργεί και ως μουσική σκηνή) που το καλοκαίρι διοργανώνει και πρωτότυπες θεματικές βραδιές ενώ εκεί διεξάγονται τον Αύγουστο και οι εκδηλώσεις του Πολιτιστικού Συλλόγου(αγώνες, παιχνίδια και άλλες δραστηριότητες) που αποτελούν πόλο έλξης για τους ντόπιους αλλά και τους «ξένους».
Απέναντι ακριβώς είναι ο ξενώνας «Άμπελος» με πέτρινα δωμάτια και διαμερίσματα. Άλλωστε όλος ο Αγιάννης είναι γεμάτος από αναπαλαιωμένα πέτρινα κτίσματα.
Λίγο πιο κάτω απ’ το «Κουτρί», είναι η «Πλατάνα» -όνομα και πράγμα- η κεντρική πλατεία με το μεταβυζαντινό ναό του Άη Γιώργη, που στολίζεται στο εσωτερικού του με τις τοιχογραφίες του Αγιαννίτη ιερέα και ζωγράφου Γεωργίου Κουλιδά.
Ταβέρνα στη μια μεριά και μπαράκι στην άλλη κάτω απ’ τη «δροσιά» των μεγάλων πλατανιών, προσεγμένοι μεζέδες, τσίπουρα, μπύρες και κρασί αλλά και καλαμάκια το βράδυ για τους μικρούς –και όχι μόνο φίλους- αλλά και μαγειρευτά και ότι λαχταρά η καρδιά σου. Αν σε όλα αυτά προσθέσεις την όμορφη θέα του χωριού μέσα στα βουνά τότε αντιλαμβάνεσαι γιατί η «Πλατάνα» και το «μπαράκι» είναι γεμάτα κόσμο, πρωί – βράδυ.
Κατηφορίζοντας από την πλατεία του Άι-Γιώργη δροσίζεις τα χείλη σου στην καμαρόσκεπη πηγή Πηγαδάκι και φτάνεις στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου με τα θεόρατα υπεραιωνόβια πλατάνα και το άφθονο νερό που ρέει κάτω από την τετρακάναλη πηγή και καταλήγει σε μια μεγάλη στέρνα και ποτίζει τα περιβόλια.
Ξαναπιάνουμε την ανηφόρα, δροσιζόμαστε στην πηγή Σουληνάρι, και φτάνουμε στη πλατεία απ’ όπου περνά ο κεντρικός δρόμος που διασχίζει την περιοχή. Εδώ είναι χτισμένος ο Ναός της Παναγίας, πάνω στα θεμέλια παλαιότερου που κατέστρεψε ο Ιμπραήμ. Η θέα από αυτό το σημείο είναι ακόμη πιο εντυπωσιακή.
Στην πλατεία, κουμπωτά, στο πλάι της είναι η διάσημη ταβέρνα του «Καραματζάνη» με τα θεϊκά παϊδάκια της, το εκπληκτικό βραστό και τα νόστιμα τυριά του ομώνυμου τυροκομείου. Και βέβαια είναι ο Γιάννης, η ψυχή της ταβέρνας που σε κερδίζει με την ηρεμία, την εξυπηρέτηση και την καλή καρδιά του. Κόσμος και ντουνιάς συρρέει καλοκαίρια και χειμώνες για να γευτεί τα «ωραία του Καραματζάνη» ενώ στο πανηγύρι του Αυγούστου, εκεί, στήνονται όργανα και γλέντια τρικούβερτα συνοδεία γουρουνοπούλας.
Απέναντι απ’ τον «Καραματζάνη» στην άλλη μεριά του δρόμου είναι ο πανέμορφος παραδοσιακός ξενώνας του «Φούντα» με τα ιδιαίτερα φροντισμένα δωμάτια (κάθε ένα έχει τη δική του ονομασία και τη δική του ξεχωριστή διακόσμηση – έχουν να λένε οι επισκπεπτες για το «γούστο» της γυναίκας του Φούντα). Στο εστιατόριο του ξενώνα οι νοστιμιές της Αθανασίαςδίνουν και παίρνουν ενώ αν πετύχεις κρασί απ’ το μεγάλο βαρέλι του Φούντανοιώθεις ευλογημένος απ’ το Θεό και του Αγίους.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι στο «Φούντα» στήνονται μεγάλα γλέντια μιας και ο ίδιος ο «Φούντας» είναι μεγάλος γλεντζές. Και εδώ έχουμε καλοψημένα κρέατα και τυριά που φέρουν τη σφραγίδα του ιδιοκτήτη και παραγωγού τους. Ακριβώς απέναντι είναι το πωλητήριο των τυριών, το μαγαζί του «παλιού Φούντα». Πατέρας και γιος αποτελούν σήμα κατατεθέν του χωριού.
Υπάρχουν κι άλλα ξεχωριστά «κόλπα» στον Αγιάννη –όπως το οινομαγέρικο του «Λούφα», πηγές με χωνευτικό νερό, εκδρομές σε μέρη ονειρεμένα κ.ά- που αξίζει να ανακαλύψετε αλλά θα έπρεπε να γράψουμε εγκυκλοπαίδεια…Τα στέκια που αναφέρθηκαν παραπάνω είναι κυριολεκτικά ανοικτά 24 ώρες το 24άωρο και το καλοκαίρι λειτουργούν και ως «after hours» αποτελώντας τόπο συγκέντρωσης για μερακλήδες και ξενύχτηδες.
Εγώ πάντως δεν το κουνάω ρούπι! Μένω στον Αγιάννη, ρουφάω βιβλία και στιγμές που φορτίζουν τις μπαταρίες μου για τους δύσκολους χειμώνες που έρχονται…
Φωτογραφίες: Γιάννης Κολιός