Το έγκλημα της… σατανικής σέχτας που λύθηκε 44 χρόνια μετά
Λίγο πριν τα μεσάνυχτα της 12ης Οκτωβρίου 1974 η Αρλίς Πέρι και ο σύζυγος της Μπρους καυγάδιζαν για τον αέρα στα λάστιχα το αυτοκινήτου τους. Η Αρλίς είχε ξεχάσει να φουσκώσει τα λάστιχα και ο Μπρους ήταν εκνευρισμένος. Καθώς περνούσαν από τον καθεδρικό του Στάνφορντ Μεμόριαλ η 19χρονη είπε στον σύζυγο της ότι θέλει να μείνει μόνη για να ηρεμήσει.
«Θα πάω στη εκκλησία να προσευχηθώ» του είπε. Ήταν η τελευταία φορά που θα την έβλεπε ζωντανή. Η δολοφονία της νεαρής γραμματέως θα συγκλόνιζε την Αμερική και θα δημιουργούσε έναν μύθο γύρο από την υπόθεση, έναν μύθο που έμεινε ζωντανός για δεκαετίες.
Η ώρα περνούσε και η Αρλίς δεν επέστρεφε στο σπίτι. Ο Μπρους πήρε στις τρεις το πρωί την αστυνομία. Δύο αστυφύλακες πήγαν στην εκκλησία και ανέφεραν ότι βρήκαν τις πόρτες κλειδωμένες.
Το πρωινό της 13ης Οκτωβρίου ο φύλακας Στιβ Κρόφορντ τηλεφώνησε στις αρχές και είπε: «Γεια σας, έχουμε ένα πτώμα εδώ». Ισχυρίστηκε ότι εντόπισε το πτώμα της Αρλίς στις 05:45 το πρωί. Βρισκόταν στο κλίτος του ναού κοντά στην Αγία Τράπεζα.
Οι αστυνομικοί που πήγαν στην εκκλησία βρέθηκαν μπροστά σε ένα φρικτό και περίεργο θέαμα. Η Αρλίς ήταν τοποθετημένη ανάσκελα. Από το κεφάλι της προεξείχε ένα παγοκόφτης από τον οποίο είχε σπάσει η λαβή και έλειπε. Στο λαιμό της 19χρονης υπήρχαν σημάδια στραγγαλισμού. Είχαν βάλει τα χέρια στο στήθος της και ανάμεσα τους μια μεγάλη λαμπάδα. Από τη μέση και κάτω ήταν γυμνή. Από τον κόλπο της προεξείχε μια λαμπάδα που είχε συνολικό μήκος ένα μέτρο. Στα πόδια της είχε τοποθετηθει το τζιν της το οποίο είχαν διπλώσει σε σχήμα ρόμβου.
Ο Κρόφορντ κατέθεσε ότι κλείδωσε την εκκλησία λίγο μετά τα μεσάνυχτα καθώς είχε παρατηρήσει κίνηση μέσα στον ναό. Ισχυρίστηκε επίσης πως τσέκαρε τις πόρτες και στις δύο και ήταν ακόμα κλειδωμένες. Όταν το πρωί πήγε να ανοίξει τον ναό βρήκε τη δυτική είσοδο ανοιχτή.
Η έρευνα έδειξε ότι συνολικά επτά άτομα βρέθηκαν στον ναό εκείνο το βράδυ. Οι έξι αναγνωρίστηκαν ενώ ένας μάρτυρας κατέθεσε ότι είδε έναν νεαρό με καστανά μαλλιά να μπαίνει στην εκκλησία περίπου τα μεσάνυχτα.
Ανθρωποθυσία από σατανική σέχτα
Την εποχή εκείνη στις ΗΠΑ η κοινή γνώμη αλλά και οι αρχές ήταν σίγουροι ότι στη χώρα υπάρχουν και δρουν σατανιστικές σέχτες. Οι δολοφονίες που διέπραξαν οι ακόλουθοι του Τσάρλς Μάνσον αλλά και κάποιες άλλες υποθέσεις είχαν ενισχύσει αυτή την πεποίθηση. Ο τρόπος που είχε τοποθετηθεί το πτώμα της Αρλίς αλλά και το γεγονός ότι δολοφονήθηκε μέσα σε εκκλησία έστρεψαν την έρευνα και προς την κατεύθυνση της ανθρωποθυσίας από σατανιστές. Έλαβαν διάφορες πληροφορίες για το ποιος και γιατί διέπραξε το έγκλημα αλλά και για την ταυτότητα του νεαρού με τα καστανά μαλλιά που δεν έχει ταυτοποιηθεί. Τελικά η έρευνα πάγωσε και η υπόθεση μπήκε στο συρτάρι.
Η δολοφονία της Αρλίς επανήλθε στο προσκήνιο μετά της σύλληψη του κατά συρροή δολοφόνου Ντέιβιντ Μπέρκοβιτς, ο οποίος έχει μείνει γνωστός ως Γιός του Σαμ.
Ο Μπέργκοβιτς αναφέρθηκε στην υπόθεση σε κάποιες επιστολές του και ισχυριζόταν ότι γνώριζε λεπτομέρειες. Το 1979 έγραψε χαρακτηριστικά «Αρλίς Πέρι, κυνηγημένη και σφαγιασμένη. Την ακολούθησαν στην Καλιφόρνια, στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ». Οι αρχές ανέκριναν τον Μπέρκοβιτς για την υπόθεση και κατέληξαν στο συμπέρασμα πως δεν είχε κάτι να τους προσφέρει. Ο Γιός του Σαμ απλώς… έπαιζε με τον Τύπο και την Αστυνομία όπως είχε κάνει και θα έκανε δεκάδες φορές από τότε.
Διαλεύκανση 44 χρόνια μετά
Δεκαετίες πέρασε και η υπόθεση της δολοφονίας της Αρλίς είχε ξεχαστεί. Αναφερόταν μόνο σε αφιερώματα για ανεξιχνίαστους φόνους με την υποσημείωση πάντα ότι ίσως θυσιάστηκε από σατανιστές.
Η ομάδα όμως των «παγωμένων υποθέσεων« στην κομητεία της Σάντα Κλάρα έλυσε τον γόρδιο δεσμό το 2018 με τη βοήθεια της προηγμένης τεχνολογίας. Κατάφεραν να ταυτίσουν το DNA από το σπέρμα με αυτό του φύλακα Στίβεν Κρόφορντ.
Ο δολοφόνος της Αρλίς δεν ήταν κάποια σατανιστική σέχτα αλλά ο άνθρωπος που είχε τηλεφωνήσει στην αστυνομία δηλώνοντας ότι βρήκε το πτώμα της. Το είχε τοποθετήσει έτσι ώστε να θολώσει τα νερά και να εκμεταλλευτεί το κλίμα της εποχής. Είχε καταφέρει να διαφύγει για 44 ολόκληρα χρόνια. Στις 28 Ιουνίου 2018 η αστυνομία πήγε στο σπίτι του για να τον συλλάβει.
Βρέθηκε επίσης ένα σημείωμα του 2016 στο οποίο έκανε μια γενική αναφορά στον φόνο. Είχε επιχειρήσει και τότε να αυτοκτονήσει αλλά δεν τα είχε καταφέρει. Οι αρχές υποψιάζονται ότι ο Κρόφορντ έχει διαπράξει και άλλα εγκλήματα στην περιοχή αλλά δεν μπορούν να το αποδείξουν.