Το «Ανάμεσα στον Ήχο και τη Σιωπή» (Between Sound & Silence) είναι ένα ντοκιμαντέρ μικρού μήκους του Op – Docs, του βραβευμένου με Έμμυ διαδικτυακού καναλιού των New York Times, το οποίο σκηνοθετεί η ανεξάρτητη δημιουργός Αϊρίν Τέιλορ Μπρόντσκι.
Στο ντοκιμαντέρ η σκηνοθέτης, η οποία είναι κόρη κωφών γονιών και μητέρα ενός κωφού αγοριού, παρουσιάζει μία σειρά συνεντεύξεων με άτομα που παρουσιάζουν απώλεια ακοής σε βαθμό που τα συμβατικά ακουστικά βαρηκοΐας δεν μπορούν να τα βοηθήσουν και έχουν καταφύγει στην χρήση κοχλιακού εμφυτεύματος.
Όπως οι ίδιοι δηλώνουν, η ανάγκη για να το κρύψουν δεν προκύπτει στις περισσότερες περιπτώσεις ως αποτέλεσμα ντροπής για την κατάσταση της ακοής τους, αλλά είναι απόρροια του ότι οι υπόλοιποι άνθρωποι φαίνεται να αισθάνονται άβολα με αυτό. Μία από τους συνεντευξιαζόμενους σχολιάζει: «Ζούμε σε μία κοινωνία, στην οποία για παράδειγμα δεν κοιτάς έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε αναπηρικό αμαξίδιο, απλά επειδή δεν θες να τον κάνεις να αισθανθεί άβολα. Δεν λες τίποτα, δεν κάνεις καμία ερώτηση. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν θέλουν καν να συζητήσουν για το θέμα. Και νομίζω ότι φοβόμαστε τόσο μην γίνουμε αγενείς, ώστε υπάρχουν φορές που κάνουμε αυτούς τους ανθρώπους αόρατους και δημιουργούμε ένα τείχος ανάμεσα στους εαυτούς μας και σε αυτούς. Αυτό πραγματικά με κάνει να εύχομαι οι περισσότεροι άνθρωποι απλά να ρώταγαν για την κατάσταση». Επιπλέον, κάποιος άλλος σημειώνει πως το γεγονός ότι το κρατάνε κρυφό έχει να κάνει με το ότι θέλουν όταν κάποιος τους γνωρίζει να έχει ως πρώτο πράγμα στο μυαλό του αυτούς τους ίδιους ως άτομα και προσωπικότητες και όχι την αναπηρία τους.
Η σημασία του κοχλιακού εμφυτεύματος δεν βρίσκεται μόνο στην διακριτική του εμφάνιση. Οι συμμετέχοντες στο ντοκιμαντέρ εξηγούν ότι μόλις το βγάζουν δεν αλλάζει μόνο το πώς και το κατά πόσο ακούν, αλλά και το πώς οι ίδιοι ακούγονται, «όσο περισσότερη ώρα μένω χωρίς αυτό, τόσο περισσότερο εμφανίζεται και η αναπηρία μου. Η φωνή μου γίνεται πιο μονότονη και γίνεται πιο δύσκολο το να σκεφτώ σχετικά με αυτό που λέω. Ο μόνος λόγος που ξέρω τι λέω τώρα είναι επειδή αισθάνομαι τις δονήσεις της φωνής μου. Όταν το βγάζω γίνομαι λίγο ανασφαλής ως προς το τι λέω και το πώς ακούγομαι, γιατί το γνωρίζω ότι κάτι ακούγεται διαφορετικά».