«Μου έκαναν ενέσεις χωρίς λόγο – Με χτυπούσαν αλύπητα» – Συγκλονίζει πρώην τρόφιμος του γηροκομείου στα Χανιά
Ο Χρήστος Δερμιτζάκης και η σύζυγος του Ελένη, μίλησαν για υποσιτισμό, βασανιστήρια, άθλιες συνθήκες υγιεινής, για φέρετρα στο υπόγειο, γέροντες και γερόντισσες που καλούσαν απεγνωσμένα σε βοήθεια. Οι περιγραφές τους πραγματικά συγκλονίζουν. Μάλιστα, «νεκροταφείο» αποκαλούσαν οι ίδιοι το γηροκομείο στο οποίο είχαν την ατυχία να μπουν, ως φιλοξενούμενος ο πρώτος και ως επισκέπτρια η δεύτερη.
Κάνει το σταυρό του που κατάφερε να επιβιώσει
Γεννημένος και μεγαλωμένος στο Βατόλακκο, ένα χωριό του δήμου Πλατανιά, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τα Χανιά, ο κ. Χρήστος Δερμιτζάκης κάνει σήμερα τον σταυρό του που κατάφερε να επιβιώσει από το κολαστήριο, όπως ο ίδιος λέει. Χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει τα δάκρυα του, ξεσπά, άλλοτε δοξάζει το θεό που κάποιοι παραπέμφθηκαν στη δικαιοσύνη.
Ο άνδρας αναγκάστηκε να μπει προσωρινά στη δομή λόγω προβλήματος υγείας της συζύγου του που έπρεπε να υποβληθεί σε εγχείριση σε νοσοκομείο του Ηρακλείου. Τα παιδιά του, εργαζόμενα, με βαρύ πρόγραμμα, ήταν δύσκολο να τον κρατήσουν κοντά τους για φροντίδα κι έτσι αποφάσισαν από κοινού να φιλοξενηθεί στην εν λόγω μονάδα. Κατέβαλαν όλη τη σύνταξη του 76χρονου, συνολικά 800 ευρώ, ενώ πλήρωναν από την τσέπη τους και τα φάρμακα του, το κόστος των οποίων ανερχόταν στα περίπου διακόσια ευρώ.
Το σκηνικό του τρόμου δεν άργησε να αποκαλυφθεί.
Ο κ. Χρήστος κάθε τόσο τηλεφωνούσε στη σύζυγο του: «Ελένη, έλα να με πάρεις, γιατί θα πεθάνω εδώ μέσα. Ελένη, πάρε τους τηλέφωνο.
Λερώθηκα και δεν έρχονται να με αλλάξουν. Υποσέντονα δεν είχαν. Κοιμόμουν πάνω σε χοντρό νάιλον σαν αυτό που σκεπάζουμε τα ξύλα της σόμπας».
Οι οδυνηρές μνήμες φέρνουν δάκρυα θλίψης και οργής για τα βασανιστήρια, την κακομεταχείριση, τον υποσιτισμό, τις άθλιες συνθήκες υγιεινής: «Δίπλα στην είσοδο με είχαν κάτσει και με είχαν δέσει για να μην κουνιέμαι. Στο χώρο που μας έκαναν μπάνιο, ήταν στοίβα οι πετσέτες από προηγούμενους ασθενείς, βρεγμένες. Λέω ρε παιδιά με αυτές θα σκουπιστώ; Αν σου αρέσει μου έλεγαν. Αν δε σου αρέσει τα παράπονα σου στη διευθύνουσα» είπε ο κ. Χρήστος που ξαπλωμένος σε ένα φωτεινό δωμάτιο του σπιτιού του πια, μέσα στη θαλπωρή, θυμάται τον εφιάλτη του.
Μια μέρα που η σύζυγος του τον επισκέφθηκε, αφού πια είχε εγχειριστεί και πριν τον πάρει ξανά κοντά της, διαπίστωσε ιδίοις όμμασι την απάνθρωπη μεταχείριση, όχι μόνο προς τον άντρα της, αλλά προς όλους τους ηλικιωμένους.
Όπως είπε η κ. Ελένη: «Του έφεραν να φάει άθλιες φακές μέσα σε ένα μικρό μπολάκι σαν αυτό που ταΐζω τα γατιά και μισό αυγό! Όταν ρώτησα πού είναι το άλλο μισό αυγό, μου είπαν πως θα το δώσουν σε άλλο τρόφιμο. Ευτυχώς, βρέθηκε εκεί μέσα κάποιος που πουλούσε κουλούρια και τυρόπιτες και όταν του έδωσα να φάει έτρωγε σαν λιμαγμένος»!
Ο κύριος Χρήστος ήταν ενενήντα κιλά όταν μπήκε στη μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων. Όταν επέστρεψε στο σπίτι του, με μόλυνση από τις ακαθαρσίες, είχε μείνει πενήντα.
Οι φωνές των ηλικιωμένων αντηχούν ακόμη στα αυτιά του ζευγαριού
«Βοήθεια, παιδί μου, γιέ μου, φώναζαν οι γυναίκες» είπε η κυρία Ελένη. Οι δε θάνατοι ήταν τόσο συχνοί όσο και ακατανόητοι. «Εκεί μέσα είναι κολαστήριο δεν είναι ίδρυμα. Όταν κατεβαίναμε στο υπόγειο για μπάνιο, έβλεπες τα φέρετρα, στη σειρά. Λέω ρε παιδιά τι συμβαίνει; Πέθανε ο ένας, πέθανε ο άλλος, τι γίνεται;» ρωτούσε ο κ. Χρήστος Δερμιτζάκης και φοβόταν πως ερχόταν και η δική του σειρά.
Άνθρωποι ρυτιδιασμένοι και αδύναμοι, πλην όμως αξιοπρεπείς, πήγαν ελπίζοντας πως θα τύχουν της φροντίδας που τους πρέπει. Πολλοί έσβησαν αβοήθητοι και οι πιο τυχεροί απομακρύνθηκαν εγκαίρως. Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες για τον ιδιωτικό οίκο ευγηρίας δεν έχουν τέλος.
«Είδα μια γιαγιά με άνοια να της ανοίγουν το στόμα και να της βάζουνε με το ζόρι το κουτάλι με το φαγητό. Εκείνη να μην τρώει και να της το σπρώχνουν με μια πετσέτα. Είδα έναν άλλο να τον σπρώχνουν σαν ζώο στη σκάλα», είπε ανάμεσα σε πολλά απίστευτα και απάνθρωπα η ηλικιωμένη από το Βατόλακκο.