Η 91χρονη που επί 32 χρόνια προσφέρει εθελοντικά φαγητό σε εκατοντάδες άπορους ανθρώπους
Επί 32 ολόκληρα χρόνια προσφέρει εθελοντικά ένα πιάτο μαγειρεμένο φαγητό σε εκατοντάδες άπορους συμπολίτες της. Αειθαλής και αεικίνητη, παρά τα 91 της χρόνια, η κ. Μαρία Συνάτικα από τον Βόλο συνεχίζει να πηγαίνει καθημερινά στο συσσίτιο της ενορίας της για να συνδράμει με τις δικές τις δυνάμεις στην ανακούφιση όσων έχουν ανάγκη, στη δύσκολη περίοδο που περνά η χώρα.
«Όσο με βαστάνε τα πόδια μου θα πηγαίνω κάθε μέρα. Τώρα ο κόσμος υποφέρει όσο ποτέ», λέει στο «Έθνος» η ηλικιωμένη εθελόντρια. Η ίδια, γόνος πλούσιας επιχειρηματικής οικογένειας του Βόλου, έζησε μια άνετη ζωή χωρίς οικονομικά προβλήματα, αλλά δεν έπαψε ποτέ να νοιάζεται για τους συνανθρώπους της που δεν είχαν την ίδια τύχη. Τα τελευταία χρόνια βλέπει τους τελευταίους να αυξάνονται δραματικά.
«Μέχρι χθες σιτίζαμε καθημερινά 102 ανθρώπους. Μόνο σήμερα ήρθαν 9 καινούργιοι. Σε κοιτάνε στα μάτια και σου λένε πεινάω. Σπαράζει η καρδιά σου», μας λέει, προσθέτοντας πως αγαλλιάζει η ψυχή της με την ιδέα ότι βοηθάει ανθρώπους σε αδυναμία.
Η κυρία Μαρία γνώρισε την αξία της προσφοράς στην περίοδο της Κατοχής, όταν οι έμποροι γονείς της μοίραζαν φαγητό και ρούχα σε συνανθρώπους τους που λιμοκτονούσαν. «Ηταν πολύ δύσκολα χρόνια. Πολύ πιο δύσκολα από τώρα. Αυτό που φοβάμαι είναι να μη χαλάσουν τόσο πολύ τα πράγματα και γυρίσουμε σε εκείνα», αναφέρει. Η ίδια ανέπτυξε επιχειρηματική δραστηριότητα για πολλά χρόνια στον τομέα της παρασκευής και της εμπορίας κρεάτων και όταν αποσύρθηκε αφιέρωσε τη ζωή της στον εθελοντισμό.
Η ίδια δεν ασχολείται με την πολιτική, δεν παρακολουθεί στενά την επικαιρότητα, αλλά γνωρίζει και αγωνιά για την τύχη της πατρίδας της και των αδύναμων πολιτών, που όλο και πληθαίνουν. Την Κυριακή ψήφισε στο δημοψήφισμα με αυτό το κριτήριο. «Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Το βλέπω καθημερινά στα μάτια των ανθρώπων», λέει με αγωνία.
Η κρίση «χτύπησε» και τις κοινωνικές δομές της Μητρόπολης Δημητριάδος, καθώς με τον ίδιο ρυθμό που αυξάνονται οι άνθρωποι που καταφεύγουν σ΄ αυτήν για ένα πιάτο φαγητό, μειώνονται αυτοί που συνεισφέρουν τρόφιμα. «Σήμερα έχουμε 50 κιλά κρέας, αρκετό λάδι και ζάχαρη. Τα μακαρόνια λιγοστεύουν, πρέπει να πάρουμε κι άλλα», λέει η κ. Συνάτικα με το μυαλό να παραμένει εκεί και μετά τη λήξη της καθημερινής της «βάρδιας» στο συσσίτιο.