Εισφορά αλληλεγγύης και φέτος για προνοιακά επιδόματα αναπήρων
Η καταβολή αφορά χιλιάδες ΑμεΑ με συνολικό ετήσιο εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
gpal@naftemporiki.gr
Σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης υπόκεινται και φέτος τα προνοιακά επιδόματα που έλαβαν από το κράτος κατά τη διάρκεια του 2018 χιλιάδες άτομα με αναπηρία κάτω του 80%, καθώς και άτομα με αναπηρία 80% και άνω, που δεν είναι τυφλά ή δεν είναι κινητικά ανάπηρα. Η εισφορά θα υπολογιστεί με την εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος που θα υποβάλουν φέτος οι δικαιούχοι ανάπηροι φορολογούμενοι. Το υπουργείο Οικονομικών και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) εξακολουθούν να θεωρούν τα επιδόματα αυτά ως εισοδήματα απαλλασσόμενα μεν από τον φόρο εισοδήματος, αλλά υπαγόμενα σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
Παράπλευρες απώλειες
Λόγω της εξέλιξης αυτής, χιλιάδες ΑμεΑ θα δουν και φέτος τα συνολικά ετήσια εισοδήματά τους απ’ όλες τις πηγές να υπερβαίνουν τα 12.000 ευρώ, που είναι το όριο πέραν του οποίου επιβάλλεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, και έτσι θα κληθούν να πληρώσουν τη συγκεκριμένη εισφορά. Ταυτόχρονα, επειδή τα ποσά των προνοιακών επιδομάτων θεωρούνται «εισοδήματα» και προσαυξάνουν τα συνολικά ετήσια οικογενειακά εισοδήματά τους, χιλιάδες ΑμεΑ θα υπερβούν τα προβλεπόμενα εισοδηματικά όρια για τη χορήγηση διαφόρων άλλων κοινωνικών επιδομάτων, καθώς επίσης και τα εισοδηματικά όρια για την απαλλαγή των ακινήτων τους από τον ΕΝΦΙΑ του έτους 2019. Έτσι θα χάσουν το δικαίωμα να λάβουν άλλα επιδόματα, ενώ θα απολέσουν και το δικαίωμα απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ.
Ωστόσο, σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1149/2013 εγκύκλιο που είχε εκδοθεί από τη ΓΓΔΕ στις 20/7/2013 για να ερμηνευτεί η παράγραφος 2 του άρθρου 29 του ν. 3986/2011, η οποία όριζε την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, τα προνοιακά επιδόματα των αναπήρων δεν έπρεπε να προσυμπληρωθούν στους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6, διότι «δεν φέρουν τα απαραίτητα γενικά εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος, δίδονται ως κοινωνική παροχή για την αντιμετώπιση και κάλυψη συγκεκριμένων ειδικών δαπανών στις οποίες υποβάλλονται ευπαθείς ομάδες φορολογούμενων, δίδονται χωρίς αντάλλαγμα παροχής εργασίας, χωρίς να αποτελούν καρπό περιουσιακών στοιχείων, και συνεπώς δεν τίθεται θέμα επιβολής εισφοράς».
Τέτοια ποσά είναι για παράδειγμα:
- το προνοιακό επίδομα τυφλότητας,
- το διατροφικό επίδομα που δίνεται στους νεφροπαθείς, καθώς επίσης και σε όσους έχουν κάνει μεταμόσχευση καρδιάς, ήπατος, πνευμόνων και μυελού των οστών,
- η μηνιαία οικονομική ενίσχυση που καταβάλλεται σε άτομα με βαριά ή ελαφρά νοητική καθυστέρηση, με αυτισμό, με εγκεφαλική παράλυση, με παραπληγία – τετραπληγία, με συγγενή αιμολυτική αναιμία ή αιμορραγική διάθεση, με βαριά αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω και σε κωφάλαλα και χανσενικά άτομα, αντίστοιχα, για την αντιμετώπιση των πρόσθετων δαπανών συντήρησης και περίθαλψής τους, καθώς και για την κάλυψη, εν γένει, των ειδικών αναγκών που προκύπτουν εξαιτίας της αναπηρίας τους.
Το σκεπτικό
Παρά την ύπαρξη της ερμηνευτικής εγκυκλίου του 2013, το υπουργείο Οικονομικών και η πρώην ΓΓΔΕ και νυν ΑΑΔΕ θεώρησαν από το 2016 και μετά ότι τα προνοιακά επιδόματα των ατόμων με αναπηρία πρέπει να θεωρούνται πλέον «εισόδημα» απαλλασσόμενο μεν του φόρου εισοδήματος, αλλά υπαγόμενο σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Το σκεπτικό πάνω στο οποίο στηρίχθηκαν ήταν ότι:
1. Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται ως οικονομική ενίσχυση-βοήθημα σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες (άτομα με ειδικές ανάγκες, ηλικιωμένους, άπορους κ.λπ.) από το Δημόσιο ή από άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς όντως δεν εμπίπτουν σε καμία κατηγορία εισοδήματος του άρθρου 7 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013) και επομένως δεν φορολογούνται. Όμως, ο μη χαρακτηρισμός τους ως «εισόδημα» ισχύει μόνο εφόσον καταβάλλονται έκτακτα στα άτομα αυτά. Κι αυτό διότι, όπως υποστήριξαν, «ένα ποσό χαρακτηρίζεται ως εισόδημα όταν υπάρχει περιοδικότητα, μόνιμη πηγή προέλευσης, καθώς και τακτική εκμετάλλευση της πηγής αυτής». Δεν έλαβαν υπόψη τους ένα ακόμη ουσιώδες χαρακτηριστικό της έννοιας του εισοδήματος που είναι η καταβολή του έναντι παροχής εργασίας ή ως καρπού εκμετάλλευσης περιουσιακού στοιχείου. Το ουσιώδες αυτό χαρακτηριστικό είχε ληφθεί υπ’ όψιν στην εγκύκλιο υπ’ αριθμόν ΠΟΛ. 1149/2013 που είχε εκδώσει η ΓΓΔΕ.
Βασιζόμενες στο παραπάνω σκεπτικό του υπουργείου Οικονομικών, οι αρμόδιες για την επεξεργασία των φορολογικών δηλώσεων υπηρεσίες της ΓΓΔΕ το 2016 και της ΑΑΔΕ το 2017 και το 2018 προσυμπλήρωσαν, στους κωδικούς 619-620 του πίνακα 6 των εντύπων Ε1 των ετών 2016, 2017 και 2018 αντίστοιχα τα ποσά πολλών τακτικά και μόνιμα καταβαλλόμενων προνοιακών επιδομάτων σε αναπήρους. Αν είχαν λάβει υπ’ όψιν τους την εγκύκλιο της ΓΓΔΕ του 2013, θα είχαν προσυμπληρώσει τα ποσά των τακτικά και μόνιμα καταβαλλόμενων προνοιακών επιδομάτων στους κωδικούς 781-782 του ιδίου πίνακα, όπου δηλώνονται τα ποσά που δεν θεωρούνται εισοδήματα.
Ίδια πρακτική
Η ίδια πρακτική (οφειλόμενη στην παραπάνω νέα ερμηνεία του όρου του «εισοδήματος», η οποία διαφέρει απ’ όσα είχαν γίνει αποδεκτά μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013) επαναλαμβάνεται και φέτος από την ΑΑΔΕ με τη σύμφωνη γνώμη του υπουργείου Οικονομικών. Το αποτέλεσμα θα είναι χιλιάδες άτομα με αναπηρία να εμφανιστούν και φέτος με ετήσια συνολικά «εισοδήματα» μεγαλύτερα των 12.000 ευρώ και να υποστούν επιβαρύνσεις με ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα, πολλά ΑμεΑ θα χάσουν δικαιώματα είσπραξης άλλων κοινωνικών επιδομάτων και παροχών και απαλλαγής από τον ΕΝΦΙΑ λόγω υπέρβασης των προβλεπόμενων εισοδηματικών ορίων.